Τα φύλλα του καθρέφτιζαν το πιο
ζωντανό πράσινο από τα χρώματα της ίριδας. Το μεγαλόπρεπο φως του ήλιου δεν
σκόπευε να χωριστεί, μα μόνο το πιο πράσινο μέρος του κατάφερνε συνεχώς να
δραπετεύει από τη δυνατή ομορφιά αυτού του δέντρου. Ίσως και λίγο απ’ το γήινο
καφετί του λυγερού κορμού του. Για να καταπλήξουν τα ανθρώπινα μάτια.
Τα κλαδιά
του σήκωναν τον ουρανό πολύ ψηλά, θαρρείς δίχως δυσκολία, αφού ταυτόχρονα
παιχνίδιζαν με τον φιλικό άνεμο. Η περηφάνια του ήταν παράξενη. Δεν έμοιαζε
κλειστή, εγωκεντρική, ανθρώπινη. Ήταν σαν μια βαθιά αξιοπρέπεια πέρα από κάθε
μέτρηση, πέρα από κάθε κανόνα και νόμο. Δύναμη και τρωτότητα συνεργάζονταν
μπροστά στα μάτια σου, παρόλο που αδυνατούσαν να συνυπάρξουν μέσα στο μυαλό
σου. Μόνο στη σιωπή υπήρχε χώρος για τόση ομορφιά και αγνή καλοσύνη.
Όμως,
άνθρωπε, δεν άντεξες άλλο τη σιωπή και του μίλησες:
«Τι υπέροχο δέντρο που είσαι! Κρίμα
κάτι τόσο μεγαλόπρεπο και δυνατό να είναι τελείως άχρηστο…»
«Τι εννοείς;» απάντησε εκείνο, όλο
απορία.
«Να, σε τι χρησιμεύεις στον εαυτό σου
αλλά και στους άλλους; Δεν κάνεις τίποτα. Απλώς
υπάρχεις! Κάποτε εμείς οι άνθρωποι πιστεύαμε ότι μας δίνεις το οξυγόνο που
αναπνέουμε, μέχρι που ανακαλύψαμε πως το 90% του οξυγόνου στη Γη προέρχεται από
τη θάλασσα. Δυστυχώς, είσαι τελείως άχρηστο!»
Τα φύλλα του θάμπωσαν μέσα σε μία
μόνο στιγμή. Θα ορκιζόσουν ότι ζάρωσαν κιόλας, αν δεν πίστευες πως ήταν
αδύνατο. Μια ακαθόριστη αλλαγή συνέβη στο χώρο. Τα κλαδιά έμοιαζαν να
αντιστέκονται στον άνεμο και να μην συνεργάζονται πια μαζί του. Το δέντρο
μετατράπηκε ξαφνικά σε εμπόδιο. Δεν ήταν πια κομμάτι του ουρανού, αλλά σαν μια τεράστια
σκεπή (=σκέψη;) σου έκρυβε την αιώνια εναλλαγή του γαλάζιου φόντου με τα
γκριζόλευκα σύννεφα.
Η σκιά εξαπλώθηκε γρήγορα και στα
γύρω δέντρα. Σύντομα ο χώρος δεν ήταν πια φιλόξενος, αλλά βαρύς και παράξενα
σκοτεινός. Τα δέντρα έψαχναν το νόημα της ζωής τους, με όρους χρησιμότητας.
Αυτό ήταν το πρώτο δώρο του ανθρώπου.
Το μικρό δάσος γρήγορα μαράζωσε. Ούτε
ο λαμπερός ήλιος, ούτε οι ποτιστικές βροχές κατάφερναν να το ζωντανέψουν, όσο
κι αν προσπαθούσαν. Ήταν ένα βάσανο που όφειλε να τελειώσει. Και, πράγματι, η
λύτρωση δεν άργησε να έρθει. Μια γιορτή στήθηκε στο δάσος. Ήταν η τελευταία
γιορτή. Το πρόβλημα είχε λυθεί οριστικά. Τα δέντρα φώναζαν ευχαριστημένα το ένα
στο άλλο: «Επιτέλους, βρήκαμε το νόημα της ζωής. Βρήκαμε τη χρησιμότητά μας. Η
αναζήτησή μας τελείωσε. Ανακαλύψαμε τη θέση μας στην κοινωνία. Έρχονται οι
ξυλοκόποι!»
Αυτό ήταν το δεύτερο δώρο του
ανθρώπου. Και η μόλυνση της ψυχολογικής μέτρησης συνέχιζε να εξαπλώνεται…
Το ψαράκι αφιερώνει την παραπάνω φανταστική ιστορία στους ανθρώπους που νιώθουν, είτε καθόλου χρήσιμοι, είτε πολύ χρήσιμοι στην κοινωνία που οι ίδιοι έχουν φτιάξει (χρήση=χρήμα;). Ελπίζει ειλικρινά να μην φέρει μελαγχολία, μα, ίσως, τη χαρά μιας ανακάλυψης.
(Το ψαράκι δανείστηκε την πρώτη εικόνα από τον καλλιτέχνη CAMartin. Δες: https://camartin.deviantart.com/art/Odd-Forest-The-Goldfish-Tree-60787666)